Οικολογικές απαιτήσεις της ελιάς

Με τον όρο οικολογικές απαιτήσεις εννοούμε τις απαιτήσεις της ελιάς που αφορούν το έδαφος, το κλίμα και το νερό. Με άλλα λόγια, μπορεί το δικό μας χωράφι να φιλοξενήσει έναν παραγωγικό ελαιώνα; Και με ποιά κριτήρια θα πάρουμε την απόφαση εγκατάστασής του; Για να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα είναι απαραίτητο να κάνουμε μία έρευνα στο έδαφος, το κλίμα και το νερό της περιοχής που ανήκει το χωράφι μας, πριν πάρουμε την τελική απόφαση.

Έδαφος, πόσο σημαντικό είναι;

Διάβρωση εδάφους ελαιώνα

Διάβρωση εδάφους ελαιώνα

Το έδαφος δεν αποτελεί ανανεώσιμο φυσικό πόρο αφού για τον σχηματισμό του απαιτούνται χιλιάδες χρόνια. Οι ανθρώπινες επεμβάσεις, όπως οι εντατικές καλλιέργειες, οι εκχερσώσεις κι η υπεράντληση υπόγειων υδάτων, δημιουργούν σοβαρές διαταραχές. Αυτές εμφανίζονται με την μορφή της ερημοποίησης, της αλάτωσης και της διάβρωσης. Οι διαταραχές αυτές οδηγούν στην υποβάθμιση του εδάφους ακόμη και στην απώλειά του.

Ο κάθε άνθρωπος ανάλογα με την ιδιότητά του αντιλαμβάνεται το έδαφος διαφορετικά. Για τους επιστήμονες (γεωλόγο, γεωπόνο) το υπέδαφος έχει σημασία, τα πετρώματα και οι ποικιλία των τρόπων που επηρεάζουν τις καλλιέργειες. Για τους γεωργούς, το έδαφος,  είναι απλά το υπόστρωμα πάνω στο οποίο θα αναπτύξουν την καλλιέργειά τους.

Το έδαφος όμως είναι πηγή δύναμης και ζωής για κάθε καλλιέργεια. Από το έδαφος τα δέντρα μας αντλούν όλες τις θρεπτικές ουσίες που χρειάζονται για την ανάπτυξή τους. Το έδαφος που πολλοί άνθρωποι θεωρούν αδρανές και χωρίς ζωή περιέχει τεράστιο αριθμό οργανισμών.

Μερικοί από αυτούς όπως οι γαιοσκώληκες και τα τρωκτικά είναι ορατοί με γυμνό μάτι ενώ άλλοι, οι λεγόμενοι μικροοργανισμοί, είναι ορατοί μόνο με το μικροσκόπιο και είναι πολυάριθμοι. Ένα τετραγωνικό μέτρο γόνιμου εδάφους συνήθως περιέχει πάνω από 1.000.000.000 οργανισμούς!

Ο ρόλος των οργανισμών του εδάφους

Στην επιφάνεια του εδάφους συσσωρεύονται συνεχώς νεκρά φυτικά υλικά (κλαδιά, φύλλα, ρίζες) περιττώματα και πτώματα ζώων. Όλα αυτά τα νεκρά οργανικά υλικά συνιστούν τη φυλλοστρωμνή. 

Η φυλλοστρωμνή συντηρεί ένα τεράστιο αριθμό εκατοντάδων χιλιάδων στο τετραγωνικό μέτρο ασπόνδυλων ζώων και μικροοργανισμών που αναλαμβάνουν το έργο της αποικοδόμησης (αποσύνθεσης).

Οι οργανισμοί αυτοί μετατρέπουν τα νεκρά οργανικά υλικά, μέσω πολύπλοκων διεργασιών αρχικά σε ένα ενδιάμεσο προϊόν της αποικοδόμησης με πολύπλοκη χημική σύσταση που ονομάζεται χούμος. Ο χούμος στη συνέχεια μετατρέπεται σε ανόργανα συστατικά τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν και πάλι από τους παραγωγούς (φυτά). Άμεσα υπεύθυνοι για την ανοργανοποίηση των οργανικών υλικών είναι οι μικροοργανισμοί (βακτήρια, μύκητες, ακτινομύκητες).

Η ταχύτητα με την οποία σχηματίζεται και τελικά ανοργανοποιείται ο χούμος εξαρτάται από τα φυτικά κυρίως είδη που δημιουργούν τη φυλλοστρωμνή, τις φυσικοχημικές ιδιότητες του εδάφους, τη βιολογική δραστηριότητα στο έδαφος καθώς και το κλίμα της περιοχής.

Για κάθε ουσία που συντίθεται στη  φύση υπάρχει και ο οργανισμός που αργά η γρήγορα την αποσυνθέτει (αποικοδομεί). Με τη διαδικασία αυτή σε κάθε οικοσύστημα ό,τι παράγεται αποσυντήθεται (αποικοδομείται) και έτσι κλείνουν οι βιογεωχημικοί κύκλοι.

Ο ρόλος των εδαφικών μικροοργανισμών επομένως είναι πολύ σημαντικός στην αποικοδόμηση (αποσύνθεση) και ανοργανοποίηση της νεκρής οργανικής ύλης, λειτουργίες βασικές για τη διαιώνιση των οικοσυστημάτων.

Χούμος: ονομάζεται το σύνολο της οργανικής ύλης η οποία βρίσκεται στα επιφανειακά στρώματα του εδάφους. Είναι το αποτέλεσμα της συνεχής διεργασίας στην οποία οι μικροοργανισμοί (μύκητες, βακτήρια) μετατρέπουν τα νεκρά οργανικά υλικά σε θρεπτικές ουσίες για τα φυτά.

Σύσταση του εδάφους

45%

Ανόργανα συστατικά

25%

Νερό

25%

Αέρας

5%

Οργανικά συστατικά

Το έδαφος αποτελείται κατά το ήμισυ από στερεά συστατικά (ανόργανα και οργανικά) και το υπόλοιπο από αέρα και νερό.

Τα οργανικά συστατικά αποτελούνται από ενώσεις που προέρχονται από την δραστηριότητα των μικροοργανισμών στα νεκρά φυτικά και ζωικά συστατικά που υπάρχουν πάνω στο έδαφος. Τα οργανικά συστατικά βοηθούν στη διατήρηση της δομής του εδάφους, στην καλή κυκλοφορία του εδαφικού αέρα, εδαφικού νερού και στον περιορισμό της διάβρωσής του.

Εξέταση εδάφους ΠΕΓΕΑΛ

Τα ανόργανα συστατικά του εδάφους κατατάσσονται σε κατηγορίες και είναι ανεξάρτητες από την χημική και ορυκτολογική τους σύσταση. Οι κατηγορίες αυτές ονομάζονται μηχανικά κλάσματα του εδάφους. Σε έναν εργαστηριακό έλεγχο, λαμβάνοντας ένα δείγμα εδάφους, αναλύουμε τα μηχανικά κλάσματα δηλαδή εξετάζουμε τη ποσότητα μετρούμενη σε mm, σε (άμμος, ιλύς, άργιλος).  Αυτό λέγεται μηχανική ανάλυση του εδάφους.

Επίσης στον ίδιο έλεγχο αναλύεται και η ορυκτολογική σύσταση του εδάφους η οποία επηρεάζει τις φυσικές και χημικές ιδιότητες του εδάφους και την ικανότητά του να παρέχει θρεπτικά στοιχεία, όπως άζωτο(Ν), φώσφορο(P), κάλιο(K), θείο(S), ασβέστιο(Ca), μαγνήσιο(Mg), σίδηρο(Fe), ψευδάργυρο(Zn), χαλκό(Cu), βόριο(B), μολυβδαίνιο(Mo), χλώριο(Cl), κοβάλτιο(Co).

Τρίγωνο εδάφους

Τα εδαφολογικά εργαστήρια ταξινομούν τα εδάφη σε 12 κατηγορίες ανάλογα με το ποσοστό της μηχανικής τους σύστασης δηλαδή (άμμος, ιλύς, άργιλος). Οι 12 αυτές κατηγορίες κατατάσσονται σε ένα ισοσκελές τρίγωνο, όπως στην εικόνα, που ονομάζεται τρίγωνο μηχανικής σύστασης του εδάφους.

Τρείς είναι οι βασικές κατηγορίες εδαφών:

  • Αμμώδες : αμμώδες (sandy), αμμωπηλώδες (sandy loam)  
  • Πηλώδες : πηλοαμμώδες (loamy sand), αμμοαργιλοπηλώδες (sandy clay loam), πηλώδες (loam), ιλυοπηλώδες (silty loam), ιλυοαργιλοπηλώδες (silty clay loam), ιλυώδες (silt)
  • Αργιλώδες : αργυλοπηλώδες (clay loam), αργιλοαμμώδες (sandy clay), ιλυοαργυλώδες (silty clay), αργιλώδες (clay)

Σε ποια κατηγορία ανήκει το δικό σας χωράφι;

Τα εδάφη που βρίσκονται κοντά στο κέντρο του τριγώνου θεωρούνται γενικά πιο γόνιμα, διότι μπορούν εύκολα να φιλοξενήσουν σχεδόν όλες τις καλλιέργειες.

Το έδαφος που προτιμά η ελιά

Η ελιά αναπτύσσεται πολύ καλά στις περισσότερες κατηγορίες εδαφών αλλά όχι σε εδάφη που κατακρατούν υγρασία (υψηλός υδροφόρος ορίζοντας) ή σε εδάφη με pH<6,5 και pH>8,5. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα αυτών είναι η αδύνατη βλάστηση. Η ελιά προτιμά τα ασβεστούχα εδάφη με καλή περιεκτικότητα σε βόριο και με καλή υδατοπερατότητα και υδατοϊκανότητα (εξασφάλιση αποθεμάτων νερού).

Η ελιά έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε ασβέστιο, η απουσία του προκαλεί το φαινόμενο του ραχιτισμού, γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει να αποφεύγονται τα εδάφη με pH < 6,5 (δηλαδή τα πολύ όξινα) και αυτό εφόσον δεν γίνεται να τα βοηθήσουμε με συμπλήρωμα ασβεστίου.

Για ξερική καλλιέργεια (χωρίς νερό για πότισμα) προτιμάται ελαφρώς αμμώδες έδαφος και με περιεκτικότητα σε άργιλο από 10-25% (silt loam), δηλαδή λεπτά στρώματα διαπερατά σε βάθος για να απορροφά το νερό γρηγορότερα, να το συγκρατεί ώστε να μην εξατμίζεται από τον ήλιο.

Για ποτιστική καλλιέργεια προτιμάται πηλοαμμώδες έδαφος (loamy sand) γιατί διευκολύνεται η ανάπτυξη των ριζών και η καλλιέργεια του εδάφους.

Το ανάγλυφο του εδάφους

Ιδανικές συνθήκες για εγκατάσταση ελαιώνα αποτελούν τα ελαφρώς επικλινή χωράφια, όπου δεν σημειώνονται παγετοί και εξασφαλίζεται αρκετή ηλιοφάνεια.

Στις επίπεδες επιφάνειες ισχύουν ακριβώς τα ίδια εφόσον έχουμε εξασφαλίσει ότι δεν θα σκιάζονται. Εάν σκιάζονται κλαδεύουμε τα τριγύρω ψηλά δέντρα που εμποδίζουν την διείσδυση του ηλιακού φωτός.

Ο ήλιος είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη του ελαιώνα και την απόδοσή του, γι’ αυτό και ευδοκιμούν με μεγαλύτερη ευκολία στις νότιες περιοχές. Στις βορινές περιοχές μπορούν να ευδοκιμήσουν, αρκεί να υπάρχει έντονη ηλιοφάνεια τους περισσότερους μήνες του έτους.

Συμβουλή: Να αποφεύγουμε εδάφη με αδιαπέραστα σκληρά στρώματα λίγο κάτω από την επιφάνεια, γιατί η ανάπτυξη των ριζών είναι δύσκολη και ασφυκτική λόγω μεγάλων συγκεντρώσεων νερού, ιδίως μετά από έντονες βροχοπτώσεις.

Συμπέρασμα: Το έδαφος είναι η βάση της στήριξης και της θρέψης των δέντρων μας, η βάση της αγροτικής παραγωγής γενικότερα. Είναι απαραίτητο να ελέγξουμε την σύσταση του, κάνοντας μία ανάλυση σε εξειδικευμένα εργαστήρια. Για των ελαιώνα μας  πρέπει να αποφεύγουμε εδάφη με σκληρά στρώματα και εξασφαλίζουμε  αρκετή ηλιοφάνεια για τα δέντρα μας.

Το κλίμα στον ελαιώνα

Θερμικά κριτήρια της ελιάς

Θερμοκρασία

Για έναν παραγωγικό ελαιώνα η μέση ετήσια θερμοκρασία ιδανικά θα πρέπει να είναι 15οC έως 20οC. Η μέγιστη θερμοκρασία μπορεί να φτάσει στους 40οC και η ελάχιστη στους -7οC.

H αντοχή του δέντρου εξαρτάται από:

  1. τη διάρκεια των ακραίων θερμοκρασιών,
  2. τα επίπεδα της υγρασίας
  3. την ένταση των ανέμων,
  4. τις εναλλαγές της θερμοκρασίας (απότομες ή ομαλές)
  5. την ποικιλία του κάθε δέντρου (DNA).

Στις θερμοκρασίες -4οC έως -2οC όταν διαρκούν πάνω από ώρα παρατηρείται μόνιμη συρρίκνωση του καρπού με αποτέλεσμα ο καρπός αυτός να είναι κατάλληλος μόνο για ελαιοποίηση. Στους 0οC έχουμε πάλι συρρίκνωση του καρπού αλλά δεν είναι μόνιμη.

Σε κάθε περίπτωση περιορίζοντας τις αρνητικές συνέπειες, είναι θεμιτό να καλλιεργείται η ελιά σε περιοχές που η θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από τους -4οC.

Χαλάζι – Ομίχλη – Χιόνι

Αυτά τα τρία στοιχεία της φύσης είναι εχθροί της ελιάς καθώς:

Το χαλάζι προκαλεί ζημιές στην βλάστηση και αποτελεί την κύρια αιτία της φυματίωσης, ασθένειας που προκαλεί πληγές στους βλαστούς της αλλά και στον καρπό. Τα τραύματα στους βλαστούς ευνοούν την εξάπλωση του καρκίνου της ελιάς (Pseudomonas Syringae Subsp Savastanoi). Μετά τη χαλαζόπτωση κλαδεύουμε αυτά που έχουν πληγωθεί και εφαρμόζουμε στο φλοιό βορδιγάλειο πολτό (500gr/100lt νερού, για να απολυμάνουμε τις πληγές).

Το χιόνι προκαλεί το σπάσιμο των κλαδιών με το βάρος του, συνέπεια αυτού είναι η μειωμένη παραγωγή τις επόμενες χρονιές. Μετά το χιόνι επέρχεται ο παγετός (-12οC έως -9οC) όταν ο παγετός συμβεί την εαρινή περίοδο τότε προκαλείται πτώση των νεαρών οφθαλμών και δυστυχώς αναμένεται μείωση ή κι απώλεια της επικείμενης αλλά και της επόμενης παραγωγής. Κλαδεύουμε κάτω από την νεκρή ζώνη και απομακρύνουμε τα νεκρά κλαδιά.

Η ομίχλη τέλος προκαλεί ζημιές στην ανθοφορία καθώς δεν ολοκληρώνεται η γονιμοποίηση των ανθών της.

Υγρασία

Όπως αναφέραμε παραπάνω με την υγρασία ευνοείται η εμφάνιση των εντόμων αλλά και των μυκήτων στον ελαιώνα μας. Γενικά η ελιά σε όποια περιοχή και εάν βρίσκεται επιθυμεί την ελαφρώς ξηρή ατμόσφαιρα. Τους καλοκαιρινούς μήνες όμως που το έδαφος στεγνώνει και ξηραίνεται, η ελιά έχει ανάγκη από λίγη υγρασία,  για να μην εμφανισθεί συρρίκνωση ή και πτώση του καρπού.

Ξηρασία

Οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να βλάψουν ανεπανόρθωτα την ελιά. Οι καρποί της ξεραίνονται εξαιτίας της εξάτμισης της υγρασίας τους και σταφιδιάζουν. Ένας τρόπος για να την βοηθήσουμε είναι να αλείψουμε τον κορμό με ασβέστη, αλλά προσοχή, μόνο σε περιοχές που υπάρχει εκτεταμένη ξηρασία όπως στις περιοχές νότια της Κρήτης ή της Πελοποννήσου.

Άνεμος

Η ελιά είναι ανεμόγαμο δένδρο, δηλαδή η γονιμοποίηση των ανθέων γίνεται με την μεταφορά της γύρης με τον αέρα από δένδρο σε δένδρο και όχι με έντομα. Ειδικότερα οι επιτραπέζιες ελιές Αμφίσης κ.α. είναι αυτόστειρες δηλαδή τα άνθη των δεν γονιμοποιούνται με την γύρη των στημόνων τους αλλά με γύρη μεταφερόμενη από άλλα δένδρα. Γι΄αυτό συστήνεται και η φύτευση ποικιλιών όπως η κορωνεϊκη, ενδιάμεσα, με δένδρα διάσπαρτα ή σε σειρές η οποία είναι αυτογονιμοποιούμενη. Η τακτική αυτή έχει πολύ καλά αποτελέσματα στην καρπόδεση όταν βέβαια συμβάλλουν και οι κατάλληλες καιρικές συνθήκες υγρασία κάτω του 70% και θερμοκρασία όχι μεγαλύτερη των 25 βαθμών κελσίου. Βέβαια καταλύτες τις καρπόδεσης είναι η ενδεδειγμενη λίπανση και το ψύχος για 60-90 ημέρες από τον Δεκέμβριο έως τα μέσα Φεβρουαρίου. Όταν παρουσιάζονται ξηροί ή ψυχροί άνεμοι μετά την ανθοφορία τότε η καρπόδεση θα εξελιχθεί αρνητικά. Παρατηρείται ότι 1-3 μήνες μετά την καρπόδεση, μετά από απότομες εναλλαγές στη θερμοκρασία και υγρασία του περιβάλλοντος, ένα τμήμα του καρπού κοντά την κορυφή αποξηραίνεται και πέφτει, ενώ το υπόλοιπο αναπτύσσεται κανονικά. Στις περιπτώσεις της ανεμοθύελλας (+8 Beaufort), αναμένουμε το σπάσιμο των κλαδιών, την πτώση των καρπών με τον ποδίσκο τους ακόμα και τη ξερίζωση των δέντρων.

Σε κάθε περίπτωση με τις αλλαγές στο μικροκλίμα της περιοχής μας καθώς το φαινόμενο του θερμοκηπίου έχει αλλάξει τις κλιματικές συνθήκες παγκοσμίως φέροντας μεγάλες και απότομες κλιματικές αλλαγές. Οφείλουμε να παρατηρούμε την συμπεριφορά των δέντρων μας και να προσαρμοζόμαστε ανάλογα. Η παρατήρηση μας δείχνει τις ανάγκες που έχει η ελιά, πέρα από οποιεσδήποτε γνώσεις και πληροφορίες που καθημερινά δεχόμαστε.

Νερό

Το νερό όπως όλοι μας γνωρίζουμε αποτελεί πηγή ζωής, το ίδιο και για τις ελιές μας. Όλοι ξέρουμε ότι η ελιά είναι ανθεκτικό δέντρο συγκριτικά με άλλα δέντρα και  αντέχει στην ξηρασία. Πόσες φορές έχουμε ακούσει από τους παλαιότερους «εάν δεν θέλεις να ποτίζεις φύτεψε ελιές»; εντούτοις εάν επιθυμούμε να έχουμε παραγωγική σοδειά τότε θα πρέπει να τις ποτίζουμε. Το νερό βοηθά το δέντρο μας να δίνει μεγαλύτερες σοδειές και καλύτερης ποιότητας προϊόντα. Η ελιά είναι περισσότερο ανθεκτική σε αλατούχα νερά σε σύγκριση με άλλα δέντρα.

Το νερό που περιέχει μέχρι 3 ppm βόριο θεωρείται κατάλληλο για την ελιά. Το νερό που περιέχει πάνω από 40 ppm νιτρικά άλατα προκαλεί ζωηρή βλάστηση και ανώμαλη καρποφορία. Ιδανικά, θα πρέπει να γνωρίζουμε την σύσταση του νερού ποτίσματος, καθώς υπάρχει το κατάλληλο και το ακατάλληλο νερό.

Για την ενημέρωση όλων μας ακατάλληλο νερό θεωρείται το νερό που η περιεκτικότητά του σε χλωριούχο νάτριο είναι πάνω από 2gr/Κgr νερού. Μια ανάλυση στο νερό που ποτίζετε μπορεί να δείξει τα προβλήματα που υπάρχουν.

Βροχή

Η βροχή είναι ένας ακόμα παράγοντας που επηρεάζει την καρποφορία της ελιάς. Στα εδάφη με καλή υδατοχωρητικότητα, η ελιά ως ξερική, καρποφορεί κανονικά ακόμη και όταν η βροχόπτωση δεν ξεπερνά τα 200mm. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως τα δέντρα θα πρέπει για να αποδώσουν να έχουν δεχτεί αυστηρό κλάδεμα. Στις ξερικές περιοχές η ποσότητα του αποθηκευμένου νερού στο έδαφος εξαρτάται από τις βροχοπτώσεις μεταξύ των μηνών Ιανουαρίου-Μαΐου.